We’ve updated our Terms of Use to reflect our new entity name and address. You can review the changes here.
We’ve updated our Terms of Use. You can review the changes here.

Ρ​ί​ζ​ε​ς

by Poetic

/
1.
Ότι έγινε, έγινε ακόμα μια πικρή αλήθεια όλα περνάνε λίγα όμορφα, τα άσχημα συνήθεια βόλεψαν όλα πια για να ηττηθούμε πάλι είναι τα αγέλαστα εφιάλτης μου στο προσκεφάλι όλα αλλάζουν πια, καλύτερα ή χειρότερα ασ’ τα κάνε μια νέα αρχή με την στερνή σου ανάσα έβγαλα ρίζες κι εγώ, στέκω σαν δέντρο μόνος ο κλαδευτής της ψυχής μου είναι ο ίδιος μου ο πόνος γιατρευτής ο χρόνος σιγοκαίει τις πληγές μου παίζει παιχνίδι το ξεκάθαρο με τις εμμονές μου και ο δρόμος που διάλεξα να περπατήσω είναι ο όρκος που μου έδωσα να μη λυγήσω κι όλα τα βράδια μου που έζησα θυμωμένος ήμουν ήδη νεκρός, ήμουν ήδη ηττημένος κι αν νικήθηκα μένει μια πίκρα στο στόμα γιατί δεν τόλμησα όσα μου έταξε η μοίρα ακόμα κάθε εμπόδιο για καλό μου λένε οι χαμένοι αυτοί που αρκούνται στο μηδέν, οι ξεχασμένοι που δεν έχουν ουσιαστικά τίποτα να θυμούνται αυτοί που ψέματα στον εαυτό τους διηγούνται ότι έγινε, έγινε κρατώ την τελευταία μου κραυγή γιατί δεν γούσταρα ποτέ να δηλώσω υποταγή πάρε τα τραγούδια μου κρέμασε τα ή ζύγιασε τα πέρα από αυτά δεν έχω να σου πω ούτε μια κουβέντα..
2.
κι αν νικηθήκαμε ήταν η τρέλα μας για το παράλογο αυτό μας κράτησε στα δύσκολα ενωμένους ότι κι αν κάνουμε έχει αντίκτυπο δυσανάλογο γίναμε η τροφή σε όχλους εξαγριωμένους πληγώσαμε όσα πραγματικά αγαπήσαμε αυτή η πράξη κρύβει τόσους χαμένους αγώνες δεν λυπηθήκαμε όμως και πάλι ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε όνειρα που ζητούν αχυρώνες δυστυχώς μάθαμε από παιδιά να ονειρευόμαστε κι ας ξέραμε πως τα όνειρα μας γίνονται εφιάλτες γιατί οι ονειροπόλοι είν’ οι τρελοί που ερωτευόμαστε γίνονται οι απελπισμένοι σε αγάπες σκάρτες κι αν νικηθήκαμε από αυτά που ακόμα μέσα μας καίνε μείναμε μόνοι και δεν ζητάμε παρηγοριά αφήσαμε τα ψέματα αλήθεια να τους λένε πεθάναμε ένα πρωί μόνοι σε μια αγκαλιά και τώρα φτάσαμε εδώ όπου δεν πάει πιο κάτω περιμέναμε ένα χέρι προς εμάς να απλωθεί αχρείοι και άθλιοι άγγιξε η ψυχή μας πάτο όμως πεθαίνουμε όπως ζήσαμε, για πάντα αληθινοί. κι αν νικηθήκαμε από αυτά που μέσα μας καίνε είμαστε οι τελευταίοι που το ζήσαμε ειλικρινά αφήσαμε τα ψέματα αλήθειες να τους λένε χαθήκαμε σε όνειρα ρομαντικά κι αν νικηθήκαμε χωρίς να το παλέψουμε είμαστε άξιοι για αυτή την θλιβερή μας μοίρα τουλάχιστον να βρούμε το σθένος να αντέξουμε μη ζήσουμε για πάντα στην ξεφτίλα Μα αν νικηθήκαμε χωρίς να το παλέψουμε πρώτα όποιον εχθρό κι αν έχουμε απέναντι ατιμασμένοι θα κλείσουμε της δόξας την πόρτα και θα ζήσουμε για πάντα στο τίποτα συνένοχοι κι αν είναι μέσα μας αυτός ο εχθρός που θα νικήσει ας είναι, για αυτό δεν καμωθήκαμε ικανοί ο σκοπός μας την ουσία της ζωής μας να δείξει και ξεχαστήκαμε από όλα απαίσια τραγικοί κι ενώ φωνάζουμε στους άλλους για όλα τα λάθη εμείς κάνουμε πάντοτε χειρότερα και δεν μαθαίνουμε απ’ αυτά αφού ενδίδουμε στα πάθη ψάχνουμε λόγια όμως να πούμε αυστηρότερα συνεχίζεται η ζωή, ρόδα που πάντα γυρίζει κάθε μέρα που περνά γινόμαστε πιο σκληροί μα κάθε τόσο ένα άγχος στο μυαλό στροβιλίζει που μας ωθεί να είμαστε νωχελικοί μα αν νικηθήκαμε πλέον, φταίμε για όλα μην ψάχνεις τις αιτίες για να βρεις κάπου αλλού είναι αργά αν το μετάνιωσες, προχώρα είναι ο καιρός του μεγάλου σπαραγμού..
3.
Όρκος 03:30
Μετράω πληγές στην ψυχή από τις λέξεις που βγήκαν από στόματα και πως να το πιστέψεις αφού κάποια μυαλά ενέδωσαν στην ατιμία κι αλήθεια αυτό δεν το περίμενα με την καμία πονεί η καρδιά, γιατί δεν βρίσκει ν’ ακουμπήσει κάπου αφού η τιμή σου ψάχνει αιτία θανάτου αφού έτσι απλά μπορείς όλα να τα πουλήσεις μην απορείς γιατί έχεις για όλα παραισθήσεις βγες στο δρόμο, θα δεις κόσμο συγχυσμένο απογοητευμένο, άλλες φορές διχασμένο θα μου πεις ότι γι’ αυτό είναι οι αιτίες πολλές θα σου πω ότι φταίει που πνίγονται από τις ενοχές λείπει η ντόμπρα μιλιά, λείπει ο καθαρός λόγος αφού στα καίρια ζητήματα μου λες ‘αναλόγως’ πες μια φορά έστω ότι θα βγεις εσύ μπροστά κι ας φας τα μούτρα σου κι ας βουτήξεις στα σκατά πρέπει να το λέει η καρδιά σου αδερφέ μου εγώ μετρώ χρόνια πληγές , φίλε καλέ μου εδώ σε κρίνουν απ’ τα λόγια όχι από τις πράξεις τα όνειρα σου καημένε γίναν εφιάλτης Είναι ο όρκος μου και κουβαλάει ψυχή από την πρώτη μου ανάσα , την πρώτη μου ευχή είναι κόντρα σε όσα είναι στο τίποτα δοσμένα όσα ξεστόμισα και πόνεσαν πρώτα εμένα είναι ο όρκος μου και δεν αντέχει το ψέμα έχει μέσα του λέξεις ποτισμένες με αίμα έχει πολύ από του κόσμου την ασχήμια για να ναι στήριγμα στα ζόρια μου, βοήθεια Είναι ο όρκος μου και είμαι σ’ όλα τα σκάρτα κόντρα και όσα ακούσεις εδώ όλα είναι σαν πρώτα είναι τα λόγια μου ωδή στους εξαθλιωμένους σ’ όσους χρεώθηκαν τα άσχημα, στους ηττημένους όπως και αυτοί είμαι και εγώ χρεωμένος μ’ ασχήμια όταν αφήσω αυτό το μέρος όλα θα μείνουν ίδια πως να αλλάξει ένας κόκκος το χρώμα τ’ ουρανού! οι ήρωες της ζωής βάφτηκαν στο χρώμα του χαμού κάθε μου στίχος κι ένας όρκος στην πίστη του ανθρώπου προς τον άνθρωπο κι όχι στον Κτίστη γιατί οι θεοί πεθαίνουν νέοι στην ευχή μου κι αναρωτιέσαι γι’ αυτό έλα μια βόλτα μαζί μου να δεις στην πράξη γιατί δεν υπάρχουν θεοί αφού φτωχοί γεννιούνται και φεύγουν μόνοι οι θνητοί γυμνοί από αισθήματα σε σάρκινους τάφους οι ζωντανοί είναι αλήθεια μην ψάχνεις, πίσω τι έχει κρυφτεί είναι ο όρκος μου και πάει και για εμένα για να θυμάμαι όσα έχω αφήσει λόγια θυμωμένα γιατί ακόμα κουβαλάω μέσα μου λόγια ιερά από όσα ακούμπησαν στην ψυχή μου θανατερά.
4.
Ρίζες 04:15
Δακρύζουν πάντα κρυφά και μας ακούν οι ρίζες όλων των κακών και απρόσμενα ριγούν οι μνήμες των νεκρών σιωπηρά ανασαίνουν όσοι φοβούνται μην προδώσουν ο όρκος που δόθηκε είναι η σφραγίδα για όσους νιώσουν η ρίζα της φτώχειας ποτίζεται λεν από την άγνοια όσο αναπνέουμε ζητάμε να μη χαθούμε στη συνάφεια των πολλών τα γιατί είναι αποτέλεσμα συμβάντων η ρίζα του κακού είναι η αρχή όλων των κριμάτων λένε ακόμα όποιος δεν θυμηθεί πεθαίνει η μνήμη έχει ρίζα που είναι χρόνια ξεραμένη κι αν κάθε τόσο κάποιοι τολμηροί την ποτίζουν είναι η θυσία που κάνει τους ανθρώπους ν’ ανθίζουν λέγαν οι μάντεις, των καιρών οι τσαρλατάνοι μόνο όποιος πρόδωσε τους όρκους της καρδιάς του θα πεθάνει κι όσοι ένιωσαν πάνω τους την προδοσία δεν βρίσκουν όνειρο να ζήσουν, μοναχά μια τιμωρία κι ο ταξιδιώτης δεν γίνεται να χαθεί γιατί ο προορισμός του είναι μια άγνωστη γη δεν έχει ρίζες στο χώμα , είναι δέντρο κομμένο παίρνει τον δρόμο τον λιγότερα ταξιδεμένο. Λένε , όποιος δεν θυμηθεί πεθαίνει αφού η μνήμη έχει ρίζα ξεραμένη κι όποιος περήφανα στέκεται μόνος έχει ριζώσει την καρδιά του ο πόνος λένε ακόμα ότι έχει ρίζα το κακό σε όσα ψεύτικα κρυφτήκαν στις λέξεις που θα πω κι όσα ατόφια θα αντέξουν στον χρόνο σαν μάνας ευχή, τα αληθινά κλειδώνω Κάποιοι σου είπαν να μη φωνάζεις την αλήθεια γιατί όσοι το κάνουν έχουν μια πληγή στα στήθια χτυπούν το ψέμα αυτή η προσμονή καίει σαν το νερό στη ρίζα , είναι για όλους αναγκαίοι είναι δύσκολοι καιροί και μια ανάγκη μας πνίγει δεν αναπνέει ζωή όποιος μόνος υποκύπτει αυτό το κακό έχει ρίζα βαθιά άλλο να ζεις στη μοναξιά κι άλλο μέσα στη λησμονιά σαπίζει το άνθος του κόσμου αυτού που γερνά ψάχνουμε οι ρομαντικοί να βρούνε μια παρηγοριά μα οι ποιητές σωπαίνουν γιατί οι καιροί ‘ναι πεισμωμένοι δε βγάζουν λέξη των ονείρων μας οι ηττημένοι πολύς θυμός για τα πικρά που θα συμβούν νιώθεις αμήχανα για όσους πια δεν αντιδρούν όλοι ακούν χωρίς πια να μιλάνε - κατάντια μας μόνο θλίψη για όλα αυτά κρύβεται στα μάτια μας κι εσύ που σα δέντρο πια - έχεις ρίζες - ζήτα μου να σε ποτίσω ή να κοπείς - θα αποδεχτώ την ήττα μου ήλιε μου φίλα μου μια αχτίδα στα στερνά μου δεν άντεξα και έκαψα όλα τα ποιήματα μου.
5.
Παντού σκοτάδι , που είναι κρυμμένο το φως; και όποιον τριγύρω σου νιώθεις, σίγουρα είναι εχθρός μη με ρωτάς γιατί και πως , είναι θαμπογραμμένα αν δεν υπάρχει κανείς γύρω, θα μισήσεις εσένα ανοίγεις την tv και παντού τριγύρω υπάρχει του καλού και του κακού είναι η αιώνια μάχη χωρίς να ψάξεις μήπως βρεις από πριν κάποια αιτία βουτάς στην αρένα με τα πιο άγρια θηρία μισείς το διαφορετικό κι ας ήσουν μέρος του κάπως θυμάσαι στο σχολείο ήσουν πολλές φορές μονάχος γιατί δεν άρεσες σ’ αυτούς που είχαν για πρότυπα τους όσα τους λέει το γυαλί, και η μαμά τους και όταν μεγάλωσες, έγινες όσα μισούσες γιατί η άγνοια κατέστρεφε αργά όσα ποθούσες όσο για την αγάπη, λείπει αυτό το κομμάτι αφού το μισός δεν αφήνει σε αυτή να σπείρεις κάτι περνάει ο καιρός και σ’ αγκαλιάζει σαν κατάρα μισαλλόδοξος, μισάνθρωπος, μια γαμημένη φάρα καυχιέσαι για όσα έκανες κι ας είσαι θλιβερός μα δεν κατάλαβες μαλάκα ότι είσαι ηθικά νεκρός.. Είμαστε αγρίμια σε αυτόν το σάπιο κόσμο σας Μετράμε τα λόγια , που δε σέβονται τον κόπο σας Κι όταν ξυπνήσετε θα είναι μάλλον αργά Το μίσος ήδη στο λαιμό σας πέρασε θηλιά Είναι το μίσος που τρέφει το παρόν σας Έτσι κι αλλιώς άλλοι σας δείξαν τον εχθρό σας Και πριν το τέλος να το θυμάστε πάντα Ο χαμένος ψάχνει να βρει μια αβάντα Αγρίμια σε πολυκατοικίες κλεισμένα παλεύουμε για τ’ αύριο με τα νεύρα μας τσιτωμένα δεμένα σε κόμπους ένα ένα τα σχοινιά για να ξεμπλέξω τα πλέκω με ρίμες πάνω στα χαρτιά κάνω τετράστιχα τα μάτια μου όσα έχουν δει δώσε μου ένα μπιτ για να φτύσω όπως μας φτύνει κ η ζωή παιδιά που μεγαλώσαμε νωρίς όλοι εμείς οι αγενής και στα πάθη επιρρεπής. ναι γράφω μίζερα θλιμμένα καταθλιπτικά τι θέλεις ρε να σου πω όταν γύρω μου όλα θηλιά όταν προβλήματα και άγχη σε χτυπάν σαν σφυριά κοίτα να δεις πάνω απ΄ το δέρμα πως βαράει η καρδιά τραβάω κουπί στα ανοιχτά κ όμως βαστάω γερά με τρύπια βάρκα έχω μάθει και ας μπάζει νερά την βγάζω πάντα στεριά πριν να με πάρει στο πάτο κρατήσου πάνω μου αδερφέ μη σε δουν να πέφτεις κάτω και μη ρωτάς γιατί πίνω εντάξει? γιατί ποτέ δεν βρήκα έναν να είναι δίπλα μου στην πράξη. δεν κοιμάμαι ο ουρανός πριν χαράξει γιατί φοβάμαι η ψυχή μου στο σκοτάδι μη βουλιάξει
6.
Είναι μια ρόδα η ζωή που μόνιμα λένε γυρίζει και το ανώφελο της ύπαρξης να μας θυμίζει πως φτάσαμε ως εδώ μη τα ρωτάς , γάμησε το! κάνε μια ευχή μπας και τη βγάλουμε και φέτος κάνε μια ευχή, να το παίρναμε πάλι από την αρχή μην ψάχνεις να βρεις στο παράλογο λογική κάθε κουβέντα που σε χαλάει φτύσ' τη κι αν θες να βρεις αγάπη μη την στηρίξεις στην πίστη κάνε μια ευχή τώρα που είμαστε στο μεσοστράτι για τις πληγές που μας χάρισαν όλα μας τα λάθη κι αν έκανες χίλια καλά, να το θυμάσαι για ένα άσχημο θα σε δικάσουν όποιος και να 'σαι. κάνε μια ευχή , πιάσ’ το ποτήρι σου να πιούμε μη λες κουβέντα άσε τα μάτια μας να δούνε όσα περάσαμε είναι χρεωμένα όλα μέσα μας θα ταξιδεύουν για πάντα στην τελευταία ανέσα μας κοίτα το χώμα, από χαμηλά να αρχίζεις πάντα η αρχή από εκεί και για το τέλος μια ευχή κράτα να έρθουν όλα βολικά μα κι αν δεν έρθουν ξέρεις ότι κι αν γίνει, αν είσαι ντρέτος θα τα καταφέρεις. Κάνε μια ευχή μπας και το πάρουμε πάλι απ’ την αρχή είναι μακρύς ο δρόμος κι όσα ειπώθηκαν πονάνε αφού στο τέλος δεν μετράει όποια είπες προσευχή μόνο τα όμορφα λόγια που άκουσες σε κρατάνε κάνε μια ευχή πιάσε το ποτήρι σου να πιούμε ευχή με ευχή , πράξη με πράξη γερνάμε κάπου ήσυχα και όμορφα όταν βρεθούμε να μη μας νοιάζει τίποτα μονάχα να γελάμε. Κάνε μια ευχή να ξεκολλήσουμε από τούτη την κατάρα μπας και ανασάνουμε όπως είχαμε ονειρευτεί μας ξέκοψε από το χθες μια μνήμη ξεχασιάρα να ζήσουμε τα όνειρα που κάναμε μικροί κάνε μια ευχή να μείνουμε για πάντα αληθινοί κι αν κάποτε πιστέψουμε πως ηττηθήκαμε να λερώσουμε το στόμα μας , τα χέρια, την ψυχή όμως ποτέ για όσα κάναμε δεν λυπηθήκαμε μια ευχή για τα αλλοτινά μας τα ξενύχτια από αυτά κι άλλες στιγμές είμαστε τώρα αυτοί που κρατάμε πυρωμένη φωτιά μέσα στα στήθια και δεν πήρε σβάρνα και εμάς η ντροπή ένα αστέρι πέφτει κάνε μια ευχή κι ας πάει στράφι αφού τα αστέρια θυσιάζονται για το ακαθόριστο να γίνεις η ουσία που θα αφήσει πίσω κάτι ο μαχητής της ύπαρξης που κυνηγά το απροσδιόριστο κάνε μια ευχή τελευταία για τα παιδιά που γέλασαν τον χρόνο και δεν λεν να γεράσουν και ξεπλένουν από πάνω τους της νιότης τη σκουριά οι ευχές μας ευτυχώς αυτούς δεν θα τους φτάσουν.
7.
Κι όσα βήματα μετρώ σ’ αυτό το μονοπάτι είν’ η ανάγκη για τα πάντα που με οδηγεί εκεί όπου η ζωή κι ο θάνατος φυλάνε κάτι σφραγισμένο μυστικό ή μια δυνατή κραυγή σκέφτομαι όσα έφυγαν και είναι ξεχασμένα και όσα το μυαλό να συλλάβει αδυνατεί σκέφτομαι όσα είπες κι όσα κράτησες θαμμένα μα όλα λόγια είναι, δεν πάει τίποτα να πει βγήκα ατόφιος απ΄τη μάχη με τον εαυτό μου κι αυτό από μόνο του έχει κάτι να πει γιατί ο μόνος φόβος είναι η ήττα απ’ το μυαλό μου με αυτό παλεύω μια ολόκληρη ζωή σε αυτά τα μέρη το θυμάμαι από παλιά είναι όλα άδικα και φτιαγμένα για να μας πονάνε κι όση έμεινε ακόμα μέσα μας ομορφιά ψάχνουμε λόγους πάντοτε να την ξεχνάμε κι όποτε λέω να το πάω πάλι από την αρχή βρίσκομαι μια στάλα απο το τέλος και φοβάμαι μα δεν λιγόστεψα τόσο, δε ζητιανέψω ευχή να πάω στο διάολο μόνος μου, αν με λυπάμαι.. Ίσως σε τίποτα ποτέ μας να μην φταίξαμε και να μαστε τσουβάλια επιρροών που περιφέρονται κερδίσαμε τον χώρο και το σχήμα μας κι αντέξαμε κι ας είμαστε από αυτούς που πουθενά δεν αναφέρονται Εμείς από ότι ζούσαμε το τέλος θωρακίζαμε Για να χουνε τα ποιήματα να υμνούνε την αρχή Σε τίποτα ποτέ και σε κανέναν δεν ελπίζαμε και φτιάχναμε ιστορίες από χώμα και βροχή. Η τα ξέρουμε ήδη όλα από πριν Η τίποτα ποτέ μας δεν θα ξέρουμε. έτσι είπε κάποιος στο πέρασμα του προς στιγμήν εκφραστής της αποδόμησης των λόγων που υποφέρουμε. Και εγώ απόψε λειψός και ματωμένος πλάθω τους καινούργιους φόβους μου με νέες συνταγές εκεί έξω ένας κόσμος στοιχειωμένος οι ψυχές μας πυροφάνια σε πελάγη από πληγές. Ίσως σε τίποτα ποτέ μας να μην φταίξαμε σε αυτό το δώμα που μας έφεραν μια μέρα κερδίσαμε τον χώρο και το σχήμα μας και αντέξαμε και φτιάξαμε παράθυρα να παίρνουμε αέρα. Πόσες εικόνες πόσες μνήμες και στιγμές πόσα απ` αυτά που περιγράψαμε αντικρίσαμε ο χειρότερος εχθρός μας οι δικές μας εμμονές κι οι απόλυτες αλήθειες που με θράσος ξεστομίσαμε. Κι αυτή η ριμάδα η ανάγκη να ακουστούμε λες και ρώτησε κανείς για τη δική μας εκδοχή φανταστήκαμε αποδέκτες θλιβερούς για να τα πούμε ματαιόδοξα να νιώσουμε εμείς ξεχωριστοί Μα πως να μάθεις αδερφέ μου τη ζωή είναι σαν να θες να το σκεφτείς πριν αναπνεύσεις σε κανένα ποίημα δεν θα βρεις αυτή τη διδαχή μα ίσως κάποιο σου φτιάξει σχεδία να επιπλεύσεις.
8.
Κατάρα να με βλέπω ως τρίτος. Εδώ που ζω δεν φτάνει ο ήλιος. Μα αν είναι απαραιτήτως το φως προϋπόθεση για εξέλιξη μάθε πως στο σκοτάδι παλεύεις να μείνεις ίδιος με χθες. Και ξέρω κάτι «αμνούς» που ο λύκος γίνεται για αυτούς χαψιές. Ακούει ο χαφιές; Αν το ένα σώμα εκπέμπει φως το άλλο επιστρέφει πίσω σκιές Ποιος θα το ‘λεγε; Γάμα τον πιο καλό μου εαυτό θέλω απόψε από μένα κάτι απλό κι ειλικρινές Άνθρωπε πάτησες απάτητες κορφές, μα είδα να πέφτεις. Έφτιαξες σπίτια, οικοδομές μα ποια οικογένεια να κρατούσε αφού ήσουν ψεύτης. Το γυαλί που ραγίζεις στις ανθρώπινες σου σχέσεις, δεν σ’ άφησε ο εγωισμός να δεις πως πίσω απ’ τις ρωγμές ήταν καθρέφτης. Πάντα μου χαμογελάς κι αναρωτιέμαι πώς με αντέχεις ;! Σαν ζώο της αγέλης βγήκα νύχτα δυο μου σκέψεις να σκοτώσω: Η μια θυμάμαι αμυδρά και σαν αστείο πια τι ‘θελα να κάνω όταν μεγαλώσω… Κι η άλλη πως ίσως με θυμάσαι και εσύ μια στο τόσο… Δεν ξέρω αν είναι κύκλος μα όσο απ’ αυτό απομακρύνεσαι μοιάζει πιο πολύ με μηδέν ωστόσο όπως κι αν το ‘βλεπες. Μας ενώνουν κώδικες. Δεν σε χτυπάει κανείς μας πρώτα αν δεν σηκώθηκες. πού νόμιζες θα πας; Αφού δεν ξέρεις τι ζητάς τότε πώς αντιδράς με λογικές απόλυτες; Φίλος τον φίλο θάβει. Μα ο κοινός μας εχθρός φίλο μου δεν σε κάνει… Όλοι έχουνε τον τρόπο τους όμως τους είπες πως την δεύτερη φορά δεν πιάνει; Ναι ήμουν σ’ όλα λάθος, εκτός κι αν καλύτερα με είχα μάθει… Πατέρας που το χέρι του άπλωνε. Μα ο γιος σου αγρίευε δεν δυνάμωνε και ρώτα την κοπέλα του χρόνια μετά άμα το άντεχε μαλάκα. Θα σου γυρίσει κάποτε κι όχι δεν φταίει το κάρμα. Οι ρίζες μου: Πατήσια. ΛΓ. Παλεύω για να μείνω ίδιος από όταν χάθηκα στο πλήθος γυμνός από αισθήματα και από σκέψεις λίγος από αισθήσεις λίγος, δεν είμαι εντάξει μήπως; Πασχίζω να μην νιώσω οικείος με εκείνους κυρίως που θα έκαναν τα πάντα για να δείξω έστω και μια φορά αστείος απ’ αυτούς που τίποτα δε βρίσκουν σε μια ματιά θαμπώνονται από λόγια κενά και την ψευτιά το θυμικό κόντρα στη λογική του θνητού τρόπου χτυπά ακραία τη ζωή μας στα όρια του πόνου προϊόν είναι του χρόνου η μνήμη ως εργαλείο του φθόνου και εγώ έρμαιο να σέρνομαι στη μοναξιά του τρόμου Πασχίζω να μην μείνω ίδιος, σε αυτό το πέρασμα ζωής φωνή οργής, ασεβής, ντόμπρος, ειλικρινής ακουμπώ καταγής στα πόδια μου ξανά βαραίνει ο νους που σκέφτεται λόγια θανατερά η συντροφιά μου δυο κουβέντες που είπαμε μια βραδιά σε κάποια βόλτα, σε σοκάκια της καρδιάς μας σκοτεινά μα δεν τελείωσε όπως του άξιζε πραγματικά γιατί όπως φαίνεται μόνο εγώ πίστεψα τελικά Παγίδα η καρδιά του μόνου , πόνος που δεν έχει αισθήματα γιατί από μια άδεια καρδιά γεννιούνται μόνο προβλήματα ξέρω η ύπαρξη μας νιώθει πιο οικεία στη λύπη απ΄ την χαρά που εκλείπει ήδη και από το γέλιο που της λείπει ανακαλώ το θυμικό μου όταν αδειάζω από τα πάντα χωρίς αβάντα στέγνωσα από λόγια κεφάτα γράφω ποιήματα να νιώσω, μη φύγω άνθρωπος κενός οι ρίζες μου: η αλήθεια, ο δικός μου θεός.
9.
τα βράδια μας είναι τα πέπλα των ονείρων μας αρχή των μυστικών μας, αρχή των εαυτών μας η άγρια οργή που κουβαλάν τα νιάτα μας μια μεθυσμένη ρίμα μες στα κομμάτια μας τα βράδια ντυνόμαστε οργισμένη αντίδραση ορμώμενη απ’ της ζωής μας τη νεκρική αντίφαση και βάφουμε με σκούρο χρώμα τη μοναξιά μας όσους κι αν έχουμε χωρέσει μέσα στην αγκαλιά μας κάποιοι επιλέγουν να βουτήξουν στην κατάθλιψη δεν είναι επιλογή ξεκάθαρη, έχει εγκατάλειψη κι η προκατάληψη ότι με αυτά γελάει η μέρα οι σκέψεις που σε στοίχειωσαν σε πάνε πιο πέρα φοβούνται τα βράδια μας, μην συντρίψουν την άνοια μήπως και φτιάξουμε μια όμορφή κοινωνία και βγουν στους δρόμους τα θλιβερά που πονάνε και αλλάξουν τον κόσμο τα όνειρα μας που γερνάνε όταν αφήνει η ημέρα αυτό το όμορφο γκρίζο μου δίνει βήμα σε κάτι αληθινό να ελπίζω τότε ανοίγουν οι ψυχές όλων ορθάνοιχτα και βρίσκουν χώρο μέσα μας όσα ποθούμε ατάραχα Οι μέρες περνάνε χωρίς αποχρώσεις ο ύπνος με δόσεις, ζωή στα ρεπό. Κι εμάς της καρδιάς μας, οι μικρές ιστορίες ντεμοντέ μελωδίες με λόγια μελό Τα βράδια μας ζήσαμε πάντα σχεδόν μεθυσμένοι ή από κάποια αιτία ντροπαλοί και ηττημένοι κάποιοι ξεπέσαμε στου έρωτα την ασιτία και άλλοι εξαίσια ανυψωθήκαμε στην αμαρτία τα βράδια μας ακράδαντη απόδειξη ότι υπάρχουμε μου δίνουν λόγια και μύθους να αφηγούμαι σπέρνουμε όνειρα για όσα ευχόμαστε να πάθουμε κι αν τίποτα δεν καταφέρω δεν δικαιολογούμαι τα βράδια μας ρίχνω απ΄ τα παράθυρα τις λέξεις να βρεις το δρόμο σου ταξιδευτή ν ‘αντέξεις να βρω κι εγώ που έχω αφήσει τη χαρά μου μήπως και έρθεις στο πλάι μου παρηγοριά μου τα βράδια το σιχαίνομαι όταν γίνομαι μελό μα πάνω από ξυράφια και κατάρες περπατώ δέθηκα με όσα αρνήθηκα να αγαπήσω κι όσα πόθησα σιχάθηκα να τα ακουμπήσω τα βράδια βγαίνουν όσοι σιωπηλά πονάνε για μη φαίνονται οι πληγές τους όταν γελάνε ντύνονται με της νύχτας την κρύα φορεσιά ψάχνουν στα συναισθήματα για λίγη ζεστασιά Οι ώρες κυλάνε χωρίς αποχρώσεις ο ύπνος με δόσεις, ζωή στα ρεπό. Κι εμάς της καρδιάς μας, οι μικρές ιστορίες ντεμοντέ μελωδίες με λόγια μελό (φτύνω τον κόρφο μου) μην πέσω στην ανάγκη όσων φύγαν! Ακόμα ζέχνουν όσο μακριά κι αν πήγαν χαμογελάω και τι θα γίνουν δε μ' αγχώνει -έτσι μπουρδέλο που είναι ο κόσμος δε θα μείνουν μόνοι! Το ζουν στα άκρα! Και δεν αφουγκραστήκαν, έναν άλλο κόσμο φτιάξαν, μπήκαν μέσα και χαθήκαν, εσύ τους λες “ρομαντικούς” εγώ “καραφερτζήδες” περάσαν δεν ακούμπησαν και μη τους είδες... Άλλοι πάλι μουδιασμένοι μας ρωτάνε “τι θα γίνει;” μ' όνειρα πνιγμένα σε κουβάδες γλουτολίνη κι εγώ τι ν' αποκριθώ; με τι λόγια να τους πείσω, όσους βλέπουν μπρός γκρεμό, γκρεμό και πίσω; και πως ν' αντέξω το ρολάκι αυτό να παίξω όταν πονάει ένας μέσα, χίλιοι απ' έξω; όσο κάποιοι ήτανε “ξύπνιοι στα όνειρα κάποιων άλλων” βιώναμε τη νύχτα των κρυστάλλων! Πάντα έτσι θα κυλάει και το ξέρω πέρα ως πέρα Άλλοι πονάν τα βράδια για να ζουν άλλοι τη μέρα Κι εσύ όπως θα 'ρχεσαι κοντά, καλά τα λάβαρά σου δείχ' τα μιας κι όσοι ήρθαν κατα τύχη φύγαν νύχτα... Οι μέρες περνάνε χωρίς αποχρώσεις ο ύπνος με δόσεις, ζωή στα ρεπό. Κι εμάς της καρδιάς μας, οι μικρές ιστορίες ντεμοντέ μελωδίες με λόγια μελό Κι αν κάποιοι κοιτάνε, χωρίς αποχρώσεις αγώνες με δόσεις, προφίλ καθαρό εμάς της καρδιάς μας οι απλές μελωδίες κατεβάζουν πορείες, με σπρέι και ρολό
10.
Ήθελα χρόνια να πω για τη σκιά που με τυλίγει στο πλάι μου τότε πολλοί, μα τώρα λίγοι είχα αδέρφια το ξέρω, που θα πέθαιναν για μένα όμως τα ψέματα έκαψαν του νου τα ξεραμένα και προχώρησα μόνος διαβάτης μέσα στη σιγή και οι φήμες λοιδορούν τον άδικο ποιητή μα δεν μπορείς να πεις ότι δεν πλήρωσα πικρά ήπια τον πόνο μου και δεν τους χάρισα γουλιά. να το ξέρεις πάει καιρός που ‘μαι εντάξει μ’ εμένα και δεν υπάρχει ενοχή που να ‘ναι στα χρεωμένα γιατί από μικρός δεν άντεχα την αδικία και τη βίωσα σε όποια έπλαθα προσδοκία και θα σου πω αδερφούλη δυο κουβέντες για μένα είμαι από αυτούς που δεν τα βρήκαν όλα αγγελικά πλασμένα πάλεψα για τα απλά , για επιβίωση, ζωή και δεν με ένοιαζε ποτέ ο διπλανός τι θα πει στη ρουφιανιά και στη ψευτιά ήμουνα κόντρα από παλιά και δεν έπεσα σε όποια βρήκα εύκολη αγκαλιά γιατί τα εύκολα κρύβουν παγίδες θανάσιμες για μια ωραία κατάληξη ελπίδες αβάσιμες. όσο για τη μουσική είμαι χρόνια χρεωμένος με σφυρί και αμόνι ο λόγος μου είναι πλασμένος ντόμπρα λόγια και αλήθειες γράφει τούτη η πένα ποτέ δεν φλέρταρα με τα ξεφτιλισμένα Τι να σου πω για εμένα; μιλάνε οι στίχοι μου και όλοι αυτοί που δεν με ξέρουν πλέκουν τη φήμη μου όσα άσχημα ακούσεις, γεννάω μόνο καλά δεν σου έκανε εντύπωση που άκουσες άσχημα πολλά; τι να σου πω για εμένα; όσοι με ξέρουν , ξέρουν ότι μπορώ να πεθάνω για όσους υποφέρουν ότι για το κοινό καλό βάζω τα στήθια μου μπροστά δεν έχω τίποτα να κρύψω παρόλα αυτά. Ποτέ δεν έγραψα ένα στίχο ένα ψέμα να ‘χει να πει αφού η γλώσσα μου βουτάει πρώτα μέσα στην ψυχή και όσα νομίζεις είναι στο low bap χρεωμένα τα ξεπλήρωσα όλα, τα πικρά μου ένα-ένα τα ξεπλήρωσα όλα, δεν χρωστάω σε κανένα κάτι τώρα ο λόγος μου ανοίγει νέο μονοπάτι είναι ατόφια ζωή με όσα δύσκολα ορίζει δεν υπάρχει κάτι αθώο να με καθορίζει και έτσι έρχομαι εδώ μ’ όλα τα άσχημα ζωσμένος δειλός στον έρωτα, μα στην καρδιά αντρειωμένος και η ψυχή μου χωράφι που σπαρμένη είναι πάθη με τον καιρό ο ασπάλαθος έγινε πάλι αγκάθι είμαι ενάντια σε κάθε κρατική καταστολή σε κάθε μπάτσο, φασίστα, μικροαστό, νεοναζί κόντρα σε πολιτικούς, σε βολεμένους, μεσσίες στα ματ, σε ασφαλίτες που μας δένουν στις πορείες είμαι μαζί στα δύσκολα, στο κίνημα, στον αγώνα μαζί με εργάτες που χτυπιούνται τρώγοντας δακρυγόνα μαζί μέχρι ν’ ακούσω της Λευτεριάς τη σειρήνα με τους συντρόφους μου εκεί στη Θήβα από τη ΣΦΗΝΑ είμαι ενάντια σε κάθε είδους φυλακή, απ’ το μυαλό του ανθρώπου ως τη στενή κι αν θες να σου πω τι είναι σπουδαίο ειλικρινά μη μάθουμε τα παιδιά να μένουν σιωπηλά.
11.
Δρόμος 03:15
Κάθε δρόμος έχει ζήσει μια ιστορία από παιδιά προδομένα που έχουν τόσα να πουν από το αίμα που ποτίζεται ως και μια απεργία έχει πληγές και εκφράσεις που στη ζωή αναλογούν η ιστορία του έχει πολλές μικρές διηγήσεις όπου η ρόδα και τα βήματα πιστά ακολουθούν ή σε πηγαίνεί στο κενό ή σε ωραίες αφηγήσεις σε σκοτεινά σοκάκια, πουθενά δεν οδηγούν είναι και εκείνοι που δημιουργούν τρανές ευκαιρίες αφού σε πάνε σε ένα συμβάν απρόσμενο κι άλλοι δύσκολοι που προξενούν δυστυχίες απέναντι σε βάζουν απ ‘το ακατόρθωτο δοκιμασίες πολλές όμως δεν σκύβεις το κεφάλι είναι η αφήγηση στη μνήμη των ηρώων μας κι άλλες φήμες που έλυσε μια σκανδάλη μαύρα κατάστιχα στα λόγια των προγόνων μας είναι κι αυτοί που τους ποτίζει κάποιο δάκρυ για ένα δυστύχημα ή από την πικρή ξενιτιά στα ύψη του ουρανού ή στου κόσμου κάποια άκρη ο μαύρος θάνατος ή του θανάτου η προσφυγιά Είναι και ο άλλος δρόμος που ακολουθούμε μέσα μας αυτός κι αν είναι συχνότερα σπαρμένος με αγκάθια ομολογεί τα θολά μας , παίζει τα ρέστα μας από τα ξέφωτα, μας πάει στα πιο πυκνά σκοτάδια είναι κι ο δύσβατος ο δρόμος της καρδιάς που ενώνει το καλό με το κακό μας είναι ο πιο σύντομος αν τον διαβείς περνάς στο κομμάτι που δεν αντέχει τον θυμό μας δυο άνθρωποι είναι δυο αντίθετοι δρόμοι μπορεί και κάποιες φορές να τους διαβαίνεις μαζί μα τους χωρίζουν στιγμές, σκέψεις, γνώμες, πόνοι αφού δεν είναι ένα, δεν είναι χαμογελαστοί υπάρχουν οι μεγάλοι δρόμοι που οδηγούν στα σπουδαία και κάποιοι ασήμαντοι που δεν τους πάτησε κανείς κι αν δεν αντέχεις να θυσιαστείς για μια ιδέα δεν περιμένω για τίποτα πια να νοιαστείς υπάρχουν κι άλλοι που σε πάνε στη λευτεριά μα για αυτούς είναι το τίμημα μεγάλο αφού υπάρχουν κάποια αδέρφια μας μέσα στα κελιά επέτρεψε μου για όλα πια να αμφιβάλλω. Υπάρχουν δρόμοι που σε οδηγούν στη μοναξιά και αν το αντέχεις είναι ένα κέρδος μεγάλο κι άλλοι που σε πάνε σ’ όποια πρόδωσε αγκαλιά αυτά που μέσα σου δεν σε πονάνε άλλο πάρε ένα δρόμο που θα σε οδηγήσει στο φως όπως κι αν το κατάλαβες αυτό δεν έχει σημασία κοίτα μπροστά γιατί ο χρόνος είναι ο εχθρός όπου σε πάει η καρδιά εκεί θα βρεις την ουσία.
12.
Βαριά σιωπή, βαριά σκιά, βαρύνανε τα πόδια μου νιώθω τις τσέπες άδειες μέσα στο παντελόνι μου γιατί γαμώτο δεν στάθηκα απέναντι τους κάθε βήμα πίσω είναι και μια μαχαιριά στο στήθος δε μιλάμε άπλα σιωπούμε και από πράξεις μηδέν από μικρός στη πρέσα για να μην αλλάξεις τερέν γίνε όποιος θες, πες ότι θες, και σπάσε τα κοντέρ γάμησε τους αδερφέ , μη το βουλώσεις ποτέ σε κάθε βήμα μου με έχουν ήδη στιγματίσει μείνε εδώ να δώσεις μάχες μην πισωγυρίσεις πάλεψε με χέρια και αγκώνες μη λυγήσεις είναι τραχύς ο δρόμος πρέπει να διεκδικήσεις βαριά σιωπή επικρατεί στέκομαι από μια κλωστή και άμα πέσω θα είναι από ρουφιάνων ιαχή σκοτώνω τη σιωπή γέμισε πόνο το χαρτί μη βλέπεις το χαμόγελο, δες στο μάτι την οργή σε θέλουν στα γόνατα μέχρι να σωφρονιστείς σπάσε τα δεσμά και πες όσα θέλεις να πεις μη πνίγεσαι από μόνος γίνε εσύ ο νικητής σήκωσε γροθιά και φώναξε ή αυτοί ή εμείς Κρατάω στα χείλη μου διακριτικά τις λέξεις μην τις πληγώσω τρέμω, μην τις πληγώσω τρέμω είναι βαριά σιωπή, νηφάλια η σκέψη αθέατα δάκρυα μα αν σπάσει θα πονέσεις Μου ανήκεις. Είμαι τόσο δυνατή που δε με αγγίζεις. Δεν θα εκφράζεσαι στιγμή χαράς και λύπης. Θα είσαι εδώ μα και θα λείπεις. Είμαι η σιωπή σου με αγαπάς και το γνωρίζεις. Πήγαινε έξω να το δείξεις. Προσγειώσου στην οθόνη. Εκεί χαρούμενοι φαντάζουν όλοι. Συνομιλητές γραπτώς μέσα στην ίδια κρύα πόλη. Σας θαυμάζω που αντιστέκεστε ακόμα και δεν πήρατε τα όρη. Ακόμη. Δίνω άλλοθι Θα στρέφεστε σε εμένα για τα πάντα. Είμαι η εύκολη λύση και είστε ανίκανοι να με αντιμετωπίσετε σταράτα. Γιατί σας έκλεισα το στόμα, πια σας κλείσαν και τα μάτια. Και στη δουλειά, και στη σχολή και στην προσωπική ζωή. Και όπου θέλω εγώ θα βρίσκομαι όσο δεν μου αντιδράς. Είμαι φαινόμενο ασθένεια στη ψυχή. Όσο με τρέφεις θα σου φέρνω την χειρότερη εκδοχή να συναντάς. Είμαι πλήρης. Πάντα ήθελες να φύγεις να με σπάσεις και φοβάμαι μη το κάνεις. Μα θα μείνω μέχρι αντίσταση σκληρή να μου προβάλλεις, μα θα βρω αντικαταστάτη που θα έχει την ανάγκη να του πω το τι να κάνει. Σιωπή. κρατάω στα χείλη μου διακριτικά τις λέξεις μην τις πληγώσω τρέμω, μην τις πληγώσω τρέμω είναι βαριά σιωπή, νηφάλια η σκέψη αθέατα δάκρυα μα αν σπάσει θα πονέσεις Αν με ρωτάς το πως , δεν γνώρισες τη μορφή μου Αν με ρωτάς το γιατί, δεν γνώρισες την σιωπή μου και δεν κατάλαβες καθόλου τι θέλω να κρύψω να μη λυγήσω βρίζω, βρίζω να μη λυγήσω να μην σαπίσει το μέσα μου και πνίξει τη μπέσα μου και φωνάζω να ξορκίσω τις σιωπές από μέσα μου είναι μετρέσα η οργή κι όσα καρπώνεται όλα τα λάθη μου γίναν το χθες που αντρώνεται δεν συμμορφώνεται ο λόγος μου , θαρρείς υψώνεται ενώ τριγύρω ο όχλος με τη σιωπή φασώνεται κι όσα όμορφα γίναν από ένα μόνο ‘όχι’ ξάφνου γκρεμίζονται από του ‘ναι’ το ανεμοβρόχι ποιον να πιστέψεις; ποιον; αφού τριγύρω έχει τόσο σκοτάδι και απ’ τα λόγια η ψυχή σου απέχει από αηδία, αφού το ψέμα έγινε φύση τους ρημάδι το μυαλό που κυριεύει την κρίση τους κι εγώ που όλα τα αρνήθηκα το πάω μόνος δεν καμώθηκα από τα όμορφα , της πίκρας ο γόνος όμως μαγεύτηκα από όλα όσα αξίζουν το φως κομμάτιασα τη σιωπή, είμαι του λόγου αδερφός.
13.
Είμαι πρόσφυγας και η ιστορία μου είν’ λυπηρή λιώνουν τα σίδερα στον πόλεμο, όπως λιώνει ένα κερί λιώνει η αντοχή και η ελπίδα μου είναι θαμμένη βάφτηκε βίαια με αίμα στην Ειδωμένη. δέθηκα με το χώμα της δικιάς μου παρτίδας χάθηκα στο σκοτάδι στη μέση μιας καταιγίδας πνίγηκα σε μια βάρκα με άλλους 50 σαν κι εμένα με χτύπησαν στην Αθήνα αφού δεν μοιάζω μ’ εσένα κάποιοι με αγκάλιασαν, μου φέρθηκαν στοργικά αλληλεγγύη λέγεται και μοιάζει με αγκαλιά απ’ την καρδιά μέχρι τα βάθη της ψυχής μου θα είμαι έτσι έως το τέλος της ύπαρξης μου δεχτήκαμε πρόσφυγες, δώσαμε αγάπη αλλά όταν πέσαμε δεν έκλαψε για εμάς κανείς ούτε από εμάς περίσσευε να δώσουμε κάτι όμως ανοίξαμε τα σπίτια μας να μπεις τα δάκρυα μας τώρα ποτίζουν το Αιγαίο αν δεν πιστεύεις θα μπορούσες από αυτά να πνιγείς να με πιστέψεις δεν χρειάζεται, δεν είναι αναγκαίο ούτε να νιώσεις αν δεν θες, ούτε να λυπηθείς Είναι το πέρασμα όχι μονοπάτι στενό ούτε μια όμορφη κοιλάδα που περπάτησα είναι νύχτα βαθιά και σκοτάδι πυκνό είναι ναυάγιο χαμένο σε μια θάλασσα είναι το πέρασμα, θάνατος ή ζωή δάκρυα μαύρα από τη μνήμη της ελευθερίας κι αν πατήσω στεριά και έχω ακόμα πνοή αυτή ειν’ η γη της δικιάς μου επαγγελίας Θα ‘θελα θάλασσα να σε παγώσω αν μπορούσα να μη μου φέρνεις μαντάτα νεκρών της Λαμπεντούζα και κάθε βάρκα που είναι γεμάτη με ελπίδα να μη χάνουμε τα παιδιά μας στην καταιγίδα κάθε μας λέξη είναι γεμάτη με οδύνη πενθούν στο μπλε σου Ελλάδα οι μαραμένοι μας κρίνοι δεν λέω ψέματα , μην μου φωνάζεις σταμάτα είναι αλήθεια για αυτό δεν σ’ αντικρίζω στα μάτια όμως με πνίγει η οργή που δεν στεγνώνει το δάκρυ σήκωσες φράχτη από το βόρειο μονοπάτι είναι το ίδιο που έλεγες ‘το τείχος της ντροπής’ τώρα εσύ τι έχεις για αυτό να μου πεις; Αχ, Θάλασσα προσεύχομαι τα κύματα σταμάτα οι αναμνήσεις μας είναι παιδιά σε μία βάρκα στ’ ορκίζομαι τα δάκρυα κοντεύουν να μας πνίξουν τις θάλασσες όλου του κόσμου φτάνουν να καλύψουν εύχομαι, απλά από τον εφιάλτη να ξυπνούσα να ακούω για σένα μόνο απ’ των μύθων τη μούσα από τον Όμηρο για των ηρώων τις μάχες όχι να δω πως σε κατάντησαν, φασίστες κι εθνάρχες.
14.
Στέκομαι εκεί που ξάπλωσαν οι ηττημένοι κι ακολουθώ ξανά το διψασμένο χνάρι τους κι όσο μου δίνουν χώρο οι εξαθλιωμένοι γίνομαι εφιάλτης όπου ακουμπούν το μαξιλάρι τους είμαι εχθρός με όσα όνειρα θε να συμβούν κι ας είναι αυτή η αρχή για κάθε τέλος άσχημο αφού μονάχα όσα ειπώθηκαν σ’ ακολουθούν βγάζω από μέσα μου έναν εχθρό θανάσιμο κι όσο πατάς πάνω σε αυτό το μονοπάτι κι όσο θα κρύβεσαι δίπλα στου δέντρου την καρδιά τόσο θα γίνομαι βαθύ του φόβου σου κομμάτι θα κλέβω όλο το χρώμα απ’ την κάθε ματιά θα γίνομαι όνειρο, θα γίνομαι εφιάλτης θα είμαι ο λόγος σε κάθε ψέμα που θα λες θα είμαι εκεί θα περιμένω όταν ξανάρθεις κι ας μην έφυγες ποτέ, κι ας ήταν όλα υπερβολές μέσα στο τίποτα λοιπόν θα περιμένω θα περιμένω μέσα στο τίποτα για να σε βρω γιατί το μόνο πράγμα που είναι δεδομένο είναι οι ευχές που σε κρατάνε δυνατό γίνομαι φίλος ταυτόχρονα είμαι και εχθρός αφού αυτά είναι παιδιά από την ίδια μάνα νύχτα πεθαίνω ξαναγεννιέμαι στο φως είμαι ο δήμιος στου χρόνου την κρεμάλα σ’ ακολουθώ κι εσύ με παρασύρεις παντού δεν είναι για καλό μα το κακό δεν το φοβάμαι μπλέκομαι πάντα στα παιχνίδια του μυαλού όπου κι αν πας , ότι κι αν θες στο τέλος θα το πάμε όταν σηκώνεις το κεφάλι κι αντικρίζεις το φως σου καίει το μέτωπο μα είσαι περήφανος μαχητής μα όταν νιώθεις λίγος και σκύβεις χλωμός μεγαλώνω - σαν σκιά - του χαμού σου υμνητής είναι και αυτοί όμως που μου ζητούν παρηγοριά και αγκαλιάζω κάθε φωτεινό το κάνω μαύρο κι άλλοι με ψάχνουν μέσα στην αντιφεγγιά είναι αυτοί που χρόνια τώρα προσπαθώ να καταλάβω εγώ όμως ψάχνω το φως , γιατί θέλω να υπάρχω κι εσύ ψάχνεις το σκοτάδι και με διώχνεις μακριά θυσιάζομαι για σένα , δίπλα σου θέλω να 'ρθω άνθρωπος χωρίς σκιά, άνθρωπος χωρίς καρδιά.. Γίνομαι φίλος ταυτόχρονα είμαι και εχθρός αφού αυτά είναι παιδιά από την ίδια μάνα νύχτα πεθαίνω ξαναγεννιέμαι στο φως είμαι ο δήμιος στου χρόνου την κρεμάλα είμαι το όνειρο, γίνομαι εφιάλτης είμαι ο λόγος σε κάθε ψέμα που θα λες είμαι εδώ περιμένω να ξανάρθεις κι ας μην έφυγες ποτέ, κι ας πνίγομαι σε υπερβολές εγώ όμως ψάχνω το φως , θέλω να υπάρχω κι εσύ ψάχνεις το σκοτάδι με διώχνεις μακριά θυσιάζομαι για σένα , δίπλα σου θέλω να 'ρθω άνθρωπος χωρίς σκιά, άνθρωπος χωρίς καρδιά.

credits

released December 21, 2018

license

all rights reserved

tags

If you like Poetic, you may also like: